Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения
- Название:Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения
- Автор:
- Жанр:
- Издательство:Литагент «Восточная книга»1243df63-7956-11e4-82c4-002590591ed2
- Год:2012
- Город:Москва
- ISBN:978-5-905971-25-9
- Рейтинг:
- Избранное:Добавить в избранное
-
Отзывы:
-
Ваша оценка:
Ю. Чорногор - Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения краткое содержание
В книге предлагаются греческие анекдоты, адаптированные (без упрощения текста оригинала) по методу обучающего чтения Ильи Франка. Уникальность метода заключается в том, что запоминание слов и выражений происходит за счет их повторяемости, без заучивания и необходимости использовать словарь.
Пособие способствует эффективному освоению языка, может служить дополнением к учебной программе. Предназначено для широкого круга лиц, изучающих греческий язык (под руководством преподавателя или самостоятельно) и интересующихся культурой Греции.
Греческий шутя. 100 анекдотов для начального чтения - читать онлайн бесплатно ознакомительный отрывок
Интервал:
Закладка:
Και λέει αυτός(а тот и говорит) : «Ρε φίλε(ну, друг) εσύ δε θες ηθοποιό αλλά κασκαντέρ(ты хочешь не актера, а каскадера; θες = θέλεις; ο ηθοποιός ) !»
Ήταν ένας τεμπέλης ο οποίος καθόταν σε ένα παγκάκι και δε μπορούσε να κουνήσει ούτε το χέρι του!!! Τον βλέπει ένας σκηνοθέτης ο οποίος έψαχνε έναν τεμπέλη για την ταινία του και πηγαίνει και του λέει: «Φίλε ψάχνω για ένα τεμπέλη, βρήκα εσένα! Εσύ το μόνο που θα κανείς για να μπορέσω να γυρίσω την ταινία μου θα κουνήσεις το χέρι σου για να διώξεις μια μύγα που θα σε ενοχλεί! οκ;» Και λέει αυτός: «Ρε φίλε εσύ δε θες ηθοποιό αλλά κασκαντέρ!»
Μιλάγαν δύο παππούδες(говорят два деда; μιλάω; ο παππούς ) :
– Άσε ρε φίλε, τι έχω πάθει(э, слышишь, друг, что со мной: «что я перенес»; αφήνω – пускать; оставлять, покидать; παθαίνω – терпеть, выносить ) . Όλο ξεχνάω τελευταία(все забываю последнее время; τελευταία – недавно; последнее время ) . Κάτι δεν πάει καθόλου καλά μαζί μου(что-то совсем не ладно со мной).
– Α, και εγώ το είχα(а, и у меня было то же /самое/; έχω ) , αλλά πήγα σε έναν γιατρό(но сходил к одному врачу; πηγαίνω ) και με έκανε περδίκι(и он меня поставил на ноги: «сделал куропаткой»; κάνω; το περδίκι – куропатка; είμαι περδίκι – я здоров ) . Μιλάμε φοβερός γιατρός(действительно сильный: «страшный» врач)!
– Αλήθεια(правда) ; Πώς τον λένε, να πάω και εγώ(как его зовут, и я пойду; λέω; πηγαίνω );
– Πώς τον λένε, πώς τον λένε(как его зовут) … Θυμάσαι έναν πόλεμο που είχε γίνει παλιά(помнишь одну войну, которая была давно; ο πόλεμος; γίνομαι );
– Ποιόν λες, τον πρώτο παγκόσμιο(про какую говоришь, про Первую мировую);
– Όχι, πιό παλιά(нет, еще раньше).
– Την επανάσταση του 1821(восстание 1821 года);
– Όχι, ακόμα πιο παλιά(нет, еще раньше) . Στην αρχαία Ελλάδα(в Древней Греции)…
– Τον Πελοποννησιακό(Пелопоннесская);
– Όχι μωρέ(да нет же; μωρέ = ρε – разговорное, не всегда вежливое обращение, аналогичное «эй, ты», чаще всего на русский не переводится ) … Έναν που είχε γίνει για μία γυναίκα(та, что случилась из-за женщины; γίνομαι );
– Α, τον Τρωικό λες(а, про Троянскую говоришь)!
– Αμ, μπράβο(вот, молодец) ! Πώς την λέγαν την γυναίκα αυτή(как ее звали, эту женщину; λέω );
– Ωραία Ελένη(прекрасная Елена).
Γυρνάει και φωνάζει ο παππούς(поворачивается дед и кричит; γυρίζω – кружиться, вращаться; поворачиваться ) :
– Ελένη; Ρε θύμησέ μου(Елена, слушай, напомни мне; θυμίζω ) … Πώς τον λέγανε τον γιατρό που πήγαμε(как там звали врача, к которому мы ходили);
Μιλάγαν δύο παππούδες:
– Άσε ρε φίλε, τι έχω πάθει. Όλο ξεχνάω τελευταία. Κάτι δεν πάει καθόλου καλά μαζί μου.
– Α, και εγώ το είχα, αλλά πήγα σε έναν γιατρό και με έκανε περδίκι. Μιλάμε φοβερός γιατρός!
– Αλήθεια; Πώς τον λένε, να πάω και εγώ;
– Πώς τον λένε, πώς τον λένε… Θυμάσαι έναν πόλεμο που είχε γίνει παλιά;
– Ποιόν λες, τον πρώτο παγκόσμιο;
– Όχι, πιό παλιά.
– Την επανάσταση του 1821;
– Όχι, ακόμα πιο παλιά. Στην αρχαία Ελλάδα…
– Τον Πελοποννησιακό;
– Όχι μωρέ… Έναν που είχε γίνει για μία γυναίκα;
– Α, τον Τρωικό λες!
– Αμ, μπράβο! Πώς την λέγαν την γυναίκα αυτή;
– Ωραία Ελένη.
Γυρνάει και φωνάζει ο παππούς:
– Ελένη; Ρε θύμησέ μου… Πώς τον λέγανε τον γιατρό που πήγαμε;
Πάει κάποιος στην αστυνομία και λέει(идет один человек в полицию и говорит; πηγαίνω; η αστυνομία ) :
– «Η γυναίκα μου αγνοείται(моя жена пропала; αγνοώ – не знать; αγνοούμαι – пропадать ) . Είναι ψηλή, όμορφη, αδύνατη και ξανθιά(высокая, красивая, стройная и блондинка). »
Ο αστυνόμος ζητάει την φωτογραφία της(полицейский просит ее фотографию) , την κοιτάζει και λέει(смотрит на нее и говорит) :
– «Μα κύριε, αυτή είναι κοντή, χοντρή και άσχημη(но, господин, эта – невысокая, толстая и некрасивая) !»
– «Το ξέρω», απαντάει ο σύζυγος(знаю, отвечает супруг) . «Σκέφτηκα μήπως μου βρίσκατε καμία καλύτερη(думал, может, найдете мне получше; σκέφτομαι; βρίσκω ) …»
Πάει κάποιος στην αστυνομία και λέει:
– «Η γυναίκα μου αγνοείται. Είναι ψηλή, όμορφη, αδύνατη και ξανθιά.»
Ο αστυνόμος ζητάει την φωτογραφία της, την κοιτάζει και λέει:
– «Μα κύριε, αυτή είναι κοντή, χοντρή και άσχημη!»
– «Το ξέρω», απαντάει ο σύζυγος. «Σκέφτηκα μήπως μου βρίσκατε καμία καλύτερη…»
Ενας δικηγόρος και μια ξανθιά κάθονται δίπλα δίπλα στο τρένο από Αθήνα προς Θεσσαλονίκη(адвокат и блондинка сидят рядом в поезде из Афин в Салоники; κάθομαι ) . Ο δικηγόρος τη ρωτάει αν θα ήθελε να παίξουν ένα παιχνίδι για να περάσει η ώρα(адвокат ее спрашивает, хотела бы она сыграть в игру, чтобы провести время; θέλω; παίζω; περνάω – переходить; проходить /о времени/; η ώρα – час; время ) . «Θα κάνουμε ερωτήσεις ο ένας στον άλλο(мы будем задавать друг другу вопросы; η ερώτηση ) », της λέει(говорит ей) , «και όποιος δεν ξέρει την απάντηση(и /тот/, кто не знает ответа) , θα δίνει στον άλλο κάποια χρήματα(заплатит другому сколько-то денег; δίνω – давать; платить ) ».
H ξανθιά αρνείται και ο δικηγόρος αλλάζει την προσφορά του(блондинка отказывается, и адвокат меняет свое предложение; αρνούμαι – отвергать; отказываться ) : «Αν δεν ξέρεις εσύ την απάντηση(если не знаешь ты ответа) , θα μου δώσεις 5 ευρώ(заплатишь мне 5 евро; δίνω ) . Αν δεν την ξέρω εγώ, θα σου δώσω 500 ευρώ(если его не буду знать я, то заплачу тебе 500) ». Η ξανθιά συμφωνεί και ο δικηγόρος ξεκινά(блондинка соглашается, и адвокат начинает) : «Ποια είναι η απόσταση μεταξύ της γης και της σελήνης(какое расстояние между землей и луной; η γη; η σελήνη ) ;». Η ξανθιά, χωρίς κουβέντα, ανοίγει το πορτοφόλι της και του δίνει 5 ευρώ(блондинка без разговоров открывает свой кошелек и дает ему 5 евро) . Τώρα είναι η σειρά της(теперь ее очередь) . «Τι είναι αυτό που ανεβαίνει το βουνό με τρία πόδια και το κατεβαίνει με τέσσερα;» τον ρωτάει(что это такое, что поднимается на гору на трех ногах и спускается на четырех, спрашивает его).
Ο δικηγόρος την κοιτάζει απορημένος(адвокат смотрит на нее с недоумением; απορώ ) . Ανοίγει το λάπτοπ του και ψάχνει όλα τα αρχεία(открывает свой ноутбук и ищет по всем документам) , στέλνει e-mail σε όλους τους φίλους του(посылает электронные письма /англ./ всем своим друзьям) αλλά απάντηση δεν βρίσκει(но ответа не находит) . Υστερα από ώρα προσπάθειας(после часа попыток; η προσπάθεια ) , ανοίγει το πορτοφόλι του και δίνει στην ξανθιά 500 ευρώ (открывает свой бумажник и дает блондинке 500 евро) . Εκείνη τα παίρνει και γυρίζει στο πλάι να κοιμηθεί(она берет /деньги/ и поворачивается на бок, чтобы спать; κοιμάμαι ) . Ο δικηγόρος εκνευρισμένος, τη ρωτάει(раздраженный адвокат ее спрашивает; εκνευρίζομαι ) : «Λοιπόν, τι είναι αυτό που ανεβαίνει το βουνό με τρία πόδια και το κατεβαίνει με τέσσερα(ну, и что это, что поднимается на гору на трех ногах и спускается на четырех) ;»
Читать дальшеИнтервал:
Закладка: